Κάποτε, ένας πλούσιος, λέει σ’ ένα ζητιάνο,
«Έχω λεφτά, πες μου τι θες, κι εγώ θα σου το κάνω»
Τότε ο ζητιάνος κοίταξε τον πλούσιο στα μάτια
«Αγάπη θέλω, χτίσε μου πανύψηλα παλάτια.
Με σκάλες αξιοπρέπειας, με πόρτες από αξίες,
βάλε παράθυρα πολλά, να ‘χουν ευαισθησίες.
Βάλε το δάκρυ για νερό, για πέτρα, την καρδιά μου.
Όχι πως είναι έτσι σκληρή, μα αντέχει βασιλιά μου.
Μέσα με πόνο στόλισε, τον κάθε ένα τοίχο,
και βάλε αναστεναγμό, να ακούγεται για ήχο.
Στρώσε χαλιά από ανθρωπιά, να περπατώ επάνω.
Φτιάξε κρεβάτι απ’ όνειρα, όπως αυτά που χάνω»
Κι ο πλούσιος του απάντησε.. «Αυτά πώς ν’ αγοράσω.
Πού θα τα βρω, πώς να τα βρω, και μέχρι πού να φτάσω;
Όλον τον κόσμο γύρεψα.. μ’ αυτά δεν τα’δα ακόμα»
Τον διακόπτει ο φτωχός, «Μες το δικό μου σώμα.
Κι αν θες να ‘ρθείς στον κόσμο μου, πλούσιε να κατοικήσεις,
πρέπει πρίν μπεις, τα πόδια σου, πρώτα να τα σκουπίσεις»
Νεκτάριος Ανυφαντάκης
Αν σας άρεσε το θέμα προωθήστε το στους φίλους σας για να τους ενημερώσετε
Πόσο χρήσιμο ήταν αυτό το άρθρο;
Κάντε κλικ σε ένα αστέρι για να το αξιολογήσετε!
Μέση βαθμολογία 4.6 / 5. Ψήφισαν: 11