Τελικά πίσω από κάθε άντρα…. είτε σκληρό , είτε δυνατό κρύβεται μια γυναίκα, η οποία μπορεί να τον κάνει να τρέμει τη σκιά του σε κάθε της λέξη. Ο άνθρωπος που μασούσε σίδερα και σταματούσε τρένα δεν χρειάζεται συστάσεις αφού έχει περάσει στην λαϊκή συνείδηση ως το συνώνυμο του χειροδύναμου και του ανθρωπίνως αδύνατου. Ο λόγος για τον Έλληνα Ηρακλή, τον Παναγή από την Κούταλη (Κουταλιανός) που έκανε το αδύνατο πραγματικότητα.
Μπορεί το συγκεκριμένο όνομα να έγινε γνωστό στους νεότερους χρόνους από τον παλαιστή Δημήτρη (Τάκη) Μακρή, ωστόσο ο συγκεκριμένος άνδρας ακολούθησε τα χνάρια του προγόνου του. Του πραγματικού Κουταλιανού που τα ξεκίνησε όλα.
Ο Παναγής από το νησάκι Κούταλη της Προποντίδας ήρθε στον κόσμο το 1847 και ήταν ένας ζωντανός θρύλος. Οι πληροφορίες που αφορούν τον Παναγή καλύπτονται από την αχλή του μύθου με το φανταστικό να συνυπάρχει δίπλα στο πραγματικό και την ιστορική καταγραφή να μπολιάζεται ιδανικά με τον μύθο.
Για τα βιογραφικά του στοιχεία δεν μπορούν να γραφθούν πολλά καθώς πολλές παραδόσεις τον διεκδικούν (όπως η κυπριακή, που θέλει τον επίσης ναυτικό πατέρα του κυπριακής καταγωγής, και η λημνιακή, που θέλει την ευρύτερη οικογένειά του να εγκαθίσταται στη Λήμνο, στη Νέα Κούταλη, μετά την ανταλλαγή πληθυσμών της Μικρασιατικής Καταστροφής) και ακόμα περισσότερες οι οικογένειες που τον θέλουν δικό τους.
Ένα είναι το σίγουρο: ο νεαρός μούτσος από το νησάκι του Μαρμαρά έμαθε την πάλη στα λιμάνια όπου σταματούσε με το εμπορικό. Ο Κουταλιανός γύρισε τον κόσμο αρχικά ως αρσιβαρίστας και παλαιστής, και στη συνέχεια άρχισε να κάνει απόκοσμες επιδείξεις με κανόνια να πυροδοτούνται στην αγκαλιά του και άγρια θηρία που τον έτρεμαν!
Ο θρύλος λέει ότι δεν έχει χάσει ποτέ αγώνα δύναμης και πάλης αν και τα όρια του μύθου και της ιστορίας αποδεικνύονται και πάλι ασαφή. Πάντως η χάρη του έφθασε όχι μόνο στις τέσσερις γωνιές της Ευρώπης (Αγγλία, Γαλλία, Βαλκάνια, Ρωσία) και σε όλη την αμερικανική ήπειρο (Νέα Υόρκη, Βοστόνη, Σικάγο αλλά και Λατινική Αμερική: (Αργεντινή, Βραζιλία, Περού), αλλά και στα πέρατα της Ασίας.
Ο δυνατότερος άνθρωπος του κόσμου λοιπόν, όπως διατεινόταν τουλάχιστον ο παγκόσμιος Τύπος της εποχής, έβαζε κάτω χαλαρά τους κορυφαίους παλαιστές του πλανήτη, δάμαζε άγρια θηρία, λύγιζε σίδερα σαν οδοντογλυφίδες και ανύψωνε βάρη ανήκουστα! Συνήθιζε μάλιστα να φορά το δέρμα μιας τίγρης, την οποία φέρεται να είχε στραγγαλίσει σε έναν από τους αγώνες του που έμοιαζαν με ρωμαϊκή αρένα.
Για τον Κουταλιανό, τον Παναγή από την Κούταλη δηλαδή, έγραψε το 1951 ο Φώτης Κόντογλου στη στήλη του «Κυριακάτικα Θέματα»: «Μου φαίνεται πως κανένα όνομα δεν έδεσε τους Έλληνες μεταξύ τους ύστερα από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο όσο ο Κουταλιανός. Γιατί είχε μεγάλη σημασία για μια φυλή ρημαγμένη και φτωχιά, σκόρπια σε κάθε μέρος του κόσμου, βασανισμένη και πολλές φορές στερημένη και πεινασμένη, να βγάλει τον πιο χειροδύναμο άνθρωπο της οικουμένης, που έβαζε κάτω όλους τους παλληκαράδες που βγήκανε από έθνη πλούσια, δυνατά και καλοπερασμένα»…
Τα πρώτα χρόνια
Ο Παναγής γεννήθηκε στην Κούταλη της Θάλασσας του Μαρμαρά κάπου ανάμεσα στο 1846-1853. Όσο για το Κουταλιανός, είναι πιθανότατα παρατσούκλι που δείχνει τον τόπο καταγωγής του κατά τη συνήθη πρακτική της εποχής.
Μεγαλωμένος στη θάλασσα και μέσα στη ζηλευτή ναυτοσύνη του ελληνισμού της περιοχής, αποφασίζει να ακολουθήσει τον δρόμο του πατέρα του και να μπαρκάρει. Σύμφωνα μάλιστα με την προφορική παράδοση, λίγο πριν εγκαταλείψει τα πάτρια εδάφη, έσκισε στα δυο έναν Τούρκο, ο οποίος του έκλεψε τα ρούχα όταν έκανε μπάνιο στο ποτάμι. Κυνηγημένος πια, δεν είχε άλλη επιλογή παρά να μπει στο πρώτο εμπορικό και να περιδιαβεί τον κόσμο.
Το σίγουρο είναι πως ο Κουταλιανός μπάρκαρε και στα 19 του ήταν ήδη μούτσος σε εμπορική πλοίο ενώ τότε έκανε για πρώτη φορά την εμφάνιση της η υπεράνθρωπη δύναμη του: το πλοίο έπρεπε να σηκώσει άγκυρα σε μια θαλασσοταραχή στη Μάλτα αλλά αυτή είχε μπλέξει σε βράχια και το πλήρωμα, όσο κι αν προσπαθούσε, δεν κατάφερνε να την τραβήξει. Από 5 μέχρι και 10 ναυτικοί, πάλευαν μάταια με την άγκυρα, μέχρι να αναλάβει τουλάχιστον ο Παναγής την κατάσταση, όπου την ξέμπλεξε εύκολα κι έτσι σώθηκαν καράβι και πλήρωμα!
Ο παλαιστής που έγινε γνωστός σε όλο τον κόσμο.
Ο Παναγής βλέποντας την μεγάλη δύναμη του έφυγε από τα καράβια και το περιπετειώδες πνεύμα του τον οδήγησε γρήγορα στον αθλητισμό. Εδώ τα ίχνη του χάθηκαν από τις ιστορικές πηγές και ο Παναγής εντοπίζεται αρκετά χρόνια αργότερα σαν τον μεγαλύτερο παλαιστή του κόσμου.
Ο Κουταλιανός είχε δώσει πιθανότατα τον πρώτο του αγώνα στο Μπουένος Άιρες και έβαλε κάτω τον περίφημο Ιταλό παλαιστή Περέρο. Οι αγωνιστικές του υποχρεώσεις τον έφεραν σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης ενώ ήταν ιδιαίτερα γνωστός στις ΗΠΑ και το Μεξικό.
Στον Νέο Κόσμο φέρεται να σημειώθηκε το εντυπωσιακό γεγονός που του χάρισε το τομάρι της τίγρης με το οποίο θα ντυνόταν κατόπιν στις σωματικές του επιδείξεις: αλλάζοντας τα προσυμφωνημένα, οι διοργανωτές τον έβαλαν στο ρινγκ με μια τίγρη, η οποία παρά τα τραύματα που προκάλεσε στον Κουταλιανό, υπέκυψε τελικά στις μέγγενες που είχε για χέρια ο μασίστας. Κι έτσι φορούσε έκτοτε το δέρμα της τίγρης ως άλλος Ηρακλής που ήταν!
Για το περιστατικό υπάρχει και ακόμα μία εκδοχή που τοποθετείται σε αγώνα της Κωνσταντινούπολης. Εκεί ο Κουταλιανός νίκησε τον παλαιστή της Υψηλής Πύλης και γι αυτό του έριξαν μία τίγρη προκειμένου να τον κατασπαράξει επειδή ντρόπιασε τον σουλτάνο. Ο Παναγής όμως την έσκισε τα δύο και ξεμπέρδεψε.
Για το εμβληματικό γεγονός, παρατηρεί φύλλο εφημερίδας του 1885: «Ο Κουταλιανός εδόξασε την Ελλάδα εις όλην την Ευρώπην και την Αμερικήν ως ο δυνατώτερος άνθρωπος του κόσμου. Εις Ρίο Iανέιρον της Βραζιλίας κάποτε εις μία αρένα, όπου έκαναν ταυρομαχίας, ενώ ο Παναγής ίστατο διά να σηκώση ωρισμένα βάρη, του απέλυσαν μία τίγρη αμερικανικήν, η οποία ονομάζεται «πούμα», ήτις εισώρμησε επάνω του να τον κατασπαράξη. Αλλά ο ήρωας Κουταλιανός δεν εφοβήθη. Ώρμησε επάνω της, την έπιασε από την κεφαλή και την σιαγώνα και την άνοιξε εις δυο. Υπάρχει και σήμερον εις μίαν πλατείαν του Ρίο Iανεΐρου εις μία οδόν Παναγή Κουταλιανού ένα άγαλμα παριστάνον ένα αθλητήν, ο οποίος είχε πιάσει την τίγρη και της είχε ανοίξει το στόμα».
Ο μασίστας που λύγιζε σίδερα.
Μεγαλώνοντας, ο Κουταλιανός παράτησε τα ρινγκ και πέρασε στις επιδείξεις δύναμης. Το πλέον φημισμένο νούμερο του ήταν ότι ζωνόταν με τρία κανόνια βάζοντας τους πυρ ταυτοχρόνως. Κι ενώ ο κόσμος γύρω του σειόταν, ο Κουταλιανός παρέμενε ατάραχος στη θέση του!
Τα κατορθώματα που του αποδίδονται είναι κυριολεκτικά αμέτρητα. Δεν είναι όμως ότι δεν μας φτάνει ο χώρος για να τα απαριθμήσουμε, είναι ότι πιθανότατα έχουν γιγαντωθεί από τον θρύλο του Παναγή του Κουταλιανού και μοιάζουν πια υπερβολές. Σχετικά σίγουρο πάντως είναι ότι πάλεψε πράγματι με ταύρους (Αμερική), με τη χάρη του να φτάνει ακόμα και στην Ινδία. Ο μασίστας γύριζε έτσι τις χώρες και κέρδιζε τον επιούσιο επιδεικνύοντας την απαράμιλλη δύναμή του.
Στις επιδείξεις του σήκωνε βάρη που δεν μπορούσε ποτέ κανένας να σηκώσει από το κοινό, έσπαγε αλυσίδες, θρυμμάτιζε βράχους, έβαζε βαρέλια με νερό πάνω στο στήθος του, τραβούσε βάρη με τα δόντια του, λύγιζε σιδερένιες βέργες με τα χέρια του, λύγιζε ασημένια και χάλκινα κέρματα με τα δάχτυλα του, ξερίζωνε δέντρα ενώ το πλέον αναγνωρισμένο νούμερο που τον έκανε γνωστό σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης ήταν αυτό με τα κανόνια.
Το τέλος της καριέρας και ο θάνατος του Κουταλιανού.
Ο Παναγής επέστρεψε στην Ευρώπη και φέρεται να πολέμησε για δύο χρόνια στο πλευρό των Γάλλων (γαλλοπρωσικός πόλεμος). Κατόπιν, τα ίχνη του τα εντοπίζουμε πάλι στις ΗΠΑ όπου παντρεύτηκε μία κοπέλα από την Λατινική Αμερική και απέκτησε μία κόρη.
Άλλες πληγές αναφέρουν πως ήταν ήδη πατέρας τεσσάρων αγοριών, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τους δύο γιους του που ήταν μασίστες, με τον έναν εξ αυτών να είναι πασίγνωστος στην Ελλάδα. Ο λόγος για τον Δημήτρη Μακρή, τον διάδοχο του Παναγή και τον άνθρωπο που έγινε γνωστός ως ο σύγχρονος Κουταλιανός.
Οι πληροφορίες για την ζωή του είναι πραγματικά ένα σταυρόλεξο για γερούς λύτες ενώ ακόμα και η ημερομηνία του θανάτου του δεν είναι σίγουρη. Η πιθανότερη τοποθετείται το 1916 στην Κωνσταντινούπολη, άλλη μια εποχή δηλαδή που τα ίχνη του χάνονται, και ο λόγος ήταν κάθε άλλο παρά ένδοξος: λέγεται ότι πέθανε από κάλο που αφαίρεσε μόνος του και μολύνθηκε κατόπιν, προκαλώντας γάγγραινα. Κατ’ άλλες πηγές, ο Κουταλιανός πνίγηκε ψαρεύοντας ή δηλητηριάστηκε από τους Τούρκους.
Τα πραγματικά κατορθώματα του Παναγή δεν θα τα μάθουμε ποτέ καθώς πολλά από αυτά ίσως τα έχει γεννήσει κάποιος επινοητικός ανθρώπινος νους ή κάποιος τα έχει φουσκώσει κάνοντας τον να μοιάζει με τον Ηρακλή. Αυτό δεν στερεί τίποτα από τον μύθο του Κουταλιανού, του πιο δυνατού ανθρώπου της εποχής του που έγινε γνωστός σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης.
Ο διάδοχος του Παναγή Κουταλιανού.
Ο Δημήτρης Μακρής γεννήθηκε το 1915 και από την ηλικία των 20 ξεκίνησε να κάνει επιδείξεις δύναμης με το ψευδώνυμο Κουταλιανός. Ο Δημήτρης σαν γιος του Παναγή θέλησε να συνεχίσει τον μύθο του πατέρα του και από πολύ μικρός είχε δείξει την δύναμη του.
Λέγεται ότι στην Κάσο έσυρε μόνος του ένα καΐκι στην θάλασσα. Το γεγονός μαθεύτηκε και τότε όλοι θυμήθηκαν τον Παναγή. Σε νεαρή ηλικία λέγεται ότι ένας γάιδαρος είχε δαγκώσει τον Δημήτρη και ο μικρός νευρίασε τόσο πολύ που του έριξε μία μπουνιά και τον έριξε αναίσθητο.
Τότε ο δάσκαλος του τον παρότρυνε να ασχοληθεί με τις επιδείξεις, και έτσι κι έκανε. Όσο μεγάλωνε τόσο πιο μεγάλα ρίσκα έπαιρνε. Αν και κάθε άλλο παρά με γίγαντα έμοιαζε, ο σύγχρονος Κουταλιανός σταματούσε αυτοκίνητα με τα χέρια του, τραβούσε νταλίκες με ιμάντα που κρατούσε μα τα δόντια του ενώ το μεγάλο του νούμερο έμοιαζε με εκείνο του πατέρα του: άναβε ένα κανόνι που έσκαγε στα χέρια του κόβοντας την ανάσα των παραβρισκόμενων.
Ο άνθρωπος που ανησυχούσε πιο πολύ από όλους για τον Κουταλιανό και βρισκόταν πάντα στις επιδείξεις του ήταν η γιαγιά του. Καθόταν με το σκαμνάκι της κοντά στο σημείο των επιδείξεων και έκλαιγε από τον φόβο της, μέχρι να τελειώσουν τα επικίνδυνα νούμερα και να βεβαιωθεί ότι ο εγγονός της είναι σώος και αβλαβής.
Στις περιοδείες, ακολουθούσε πάντα όλη τη οικογένεια του και συνήθως του έλεγαν ένα ποίημα, το οποίο σε μια στροφή ανέφερε: «Έχεις του Ηρακλή τη δύναμη, τη λεβεντιά, την χάρη και είσαι για κάθε Έλληνα, πάντα κρυφό καμάρι». Και ενώ οι κάτοικοι όλης της Ελλάδας θαύμαζαν τον Κουταλιανό και κανένας δεν τολμούσε να τα βάλει μαζί του, ο υπεράνθρωπος είχε ένα τρωτό σημείο. Ποιο ήταν αυτό; Πρόκειται για τον πραγματικό αρχηγό του σπιτιού του, την γυναίκα του.
Η συγκεκριμένη γυναίκα ήταν δυναμική και είχε ισχυρή προσωπικότητα ενώ τον στήριξε σε όλη του την ζωή. Ο ίδιος την αγαπούσε πολύ και της είχε αδυναμία, κάτι που έγινε γνωστό μέσα από τους στίχους του τραγουδιού «Κουταλιανός», σε μουσική Μάνου Λοΐζου και στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου.
«Τρέμει σαν το ψάρι, στην κυρά του μπρος, αχ πως τη φοβάται, ο φτωχός Κουταλιανός», έλεγε το τραγούδι. Ακούγοντας το ο Δημήτρης στην αρχή εκνευρίστηκε αλλά μετά το συνήθισε και έμοιαζε να το διασκεδάζει. Μετά το τέλος της καριέρας του ο Κουταλιανός εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα ενώ συνήθιζε να ταξιδεύει συχνά. Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1999 άφησε ξαφνικά την τελευταία του πνοή.
Αν σας άρεσε το θέμα προωθήστε το στους φίλους σας για να τους ενημερώσετε
Πόσο χρήσιμο ήταν αυτό το άρθρο;
Κάντε κλικ σε ένα αστέρι για να το αξιολογήσετε!
Μέση βαθμολογία 5 / 5. Ψήφισαν: 8